Ομιλία του Λευτέρη Αυγενάκη στο Συνέδριο για την εφετινή Έκθεση του Συμβουλίου της Ανταγωνιστικότητας της Ελλάδας, «Πυξίδα 2023»

Η εξωστρέφεια της αγροτικής παραγωγής βασικός στόχος του ΥΠΑΑΤ

Ομιλία του Λευτέρη Αυγενάκη στο Συνέδριο για την εφετινή Έκθεση του Συμβουλίου της Ανταγωνιστικότητας της Ελλάδας, «Πυξίδα 2023»

Η ανταγωνιστικότητα βρίσκεται στην καρδιά των προσπαθειών του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, τόνισε ο υπουργός, Λευτέρης Αυγενάκης, σε ομιλία του στο Συνέδριο για την εφετινή Έκθεση του Συμβουλίου της Ανταγωνιστικότητας της Ελλάδας, «Πυξίδα 2023».

Αιτιολογώντας τη θέση αυτή ο ΥπΑΑΤ είπε ότι «η ανταγωνιστικότητα αποτελεί προϋπόθεση ώστε να καταστήσουμε τον πρωτογενή τομέα εκ των βασικών πυλώνων ανάπτυξης της χώρας μας, απελευθερώνοντας το δυναμικό του ελληνικού οικοσυστήματος της αγροτικής οικονομίας αλλά και να ενισχύσουμε αποτελεσματικά τα μοναδικής ποιότητας προϊόντα της ελληνικής γης».

Χρησιμοποιώντας το Στρατηγικό Σχέδιο της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής, ως βασικό εργαλείο, αλλά και υιοθετώντας σύγχρονες και καινοτόμες αντιλήψεις και τεχνολογίες όσον αφορά την επιχειρηματικότητα και τη σχέση της με την αγροτική παραγωγή, στοχεύουμε, τόνισε ο Λευτέρης Αυγενάκης, «στη μετάβαση προς έναν έξυπνο, βιώσιμο, ανταγωνιστικό, ανθεκτικό και έντονα αναπτυξιακό ελληνικό αγροτικό τομέα».

«Με αυτόν τον τρόπο σηματοδοτείται η σταδιακή εγκατάλειψη του παραδοσιακού μοντέλου της γεωργίας προς ένα σύγχρονο παραγωγικό πρότυπο που αξιοποιεί τις νέες τεχνολογίες και σύγχρονες επιχειρηματικές τεχνικές, συμβάλει στην διαχείριση τιτάνιων προκλήσεων όπως αυτή της κλιματικής κρίσης και της ενεργειακής μετάβασης, ενώ παράλληλα λειτουργεί ως καταλύτης για άλλους ισχυρούς τομείς της οικονομίας μας, όπως ο τουρισμός, η μεταποίηση και οι εξαγωγές, αλλά ακόμα και η οικονομία της γνώσης», τόνισε ο υπουργός.

Προς επιβεβαίωση όσων είπε ο ΥπΑΑΤ ανέφερε ως παράδειγμα την πορεία των υδατοκαλλιεργειών στη χώρα μας, που από την 3η θέση που βρισκόταν το 2020 σε ό,τι αφορά στον όγκο και στην αξία παραγωγής, το 2021 βρέθηκε στην 1η θέση της ΕΕ, καθώς η Ελλάδα εξελίχθηκε στη μεγαλύτερη παραγωγό χώρα τσιπούρας και λαβρακίου στην ΕΕ με ποσοστό 65% και 55% αντίστοιχα. Αποτέλεσμα αυτής της δράσης είναι η δημιουργία θέσεων εργασίας και η οικονομική ανάπτυξη των τοπικών κοινωνιών που αναπτύσσεται ο συγκεκριμένος κλάδος.
Με δεδομένο ότι τα ελληνικά προϊόντα και τρόφιμα κερδίζουν την αξιοπιστία των διεθνών αγορών, οι εξαγωγές, σημείωσε ο ΥπΑΑΤ παρουσιάζουν ανοδική πορεία.
Καταγράφονται διαδοχικές αυξήσεις κατά (+)6% το 2018, (+)1,7% το 2019, (+)8,8% το 2020 και περαιτέρω εντυπωσιακή άνοδος κατά 16% και 18,7% τα έτη 2021 και 2022 αντίστοιχα.
Βασικοί πρωταγωνιστές αυτής της ανοδικής πορείας είναι τα παρθένα ελαιόλαδα, οι παρασκευασμένες ελιές, η φέτα, το βαμβάκι.
Για το λόγο αυτό, τόνισε «στο ΥΠΑΑΤ εργαζόμαστε εντατικά και συστηματικά προκειμένου να ενισχύσουμε και να προωθήσουμε την εξωστρέφεια της αγροτικής μας παραγωγής, η οποία αποτελεί ιστορικό και θεμελιώδες συστατικό στοιχείο της ελληνικής οικονομίας, της περιφερειακής ανάπτυξης και της κοινωνικής συνοχής».

Κλείνοντας ο υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων είπε ότι «με γνώμονα την ποιοτική και ποσοτική αναβάθμιση της παραγωγής και μέσα από την ορθή εκμετάλλευση των φυσικών πόρων, σχεδιάζουμε το μέλλον του πρωτογενούς τομέα σε στέρεες βάσεις, υιοθετώντας τη στρατηγική της ΕΕ «από το αγρόκτημα στο πιάτο» για πιο ποιοτικό και βιώσιμο παραγωγικό και διατροφικό κύκλο».

Τα σχόλια είναι κλειστά.