Η συζήτηση στην Βουλή για την σύμβαση σε …συγγενείς για τη μη εφαρμόσιμη Τεχνητή Νοημοσύνη στις ιατροδικαστικές υπηρεσίες. «Παραδέχεται η Κυβέρνηση ότι τα δημοσιεύματα –του in- είναι αληθή» λέει η τομεάρχης Δικαιοσύνης του ΠΑΣΟΚ. Η προσπάθεια χρήσης της «υπόθεσης Μουρτζούκου» για να δικαιολογηθεί η προβληματική σύμβαση που ήδη ελέγχεται.
Νέα τεράστια ερωτήματα προκαλούν οι πρόσφατες ανακοινώσεις του Υπουργείου Δικαιοσύνης, οι δηλώσεις, αλλά κι η χθεσινή απάντηση στη Βουλή του υφυπουργού του ίδιου υπουργείου κ Ιωάννη Μπούγα (σε επίκαιρη ερώτηση της βουλευτού Λάρισας και Τομεάρχη Δικαιοσύνης του ΠΑΣΟΚ Ευαγγελίας Λιακούλη) σχετικά με την αναφερόμενη σκανδαλώδη προγραμματική σύμβαση για την «πιλοτική (σε διεθνές επίπεδο) χρήση τεχνητής νοημοσύνης» στις ιατροδικαστικές υπηρεσίες!
Κι όπου επωφελούμενος είναι στενός συγγενής ανώτατου στελέχους του υπουργείου της Λεωφόρου Μεσογείων. Σε μια καθόλα αμφισβητούμενη κι ελεγχόμενη διαδικασία που είχε αποκαλύψει προσφάτως με βάση 19 δεδομένα το in. Με κεντρικό συμπέρασμα ότι η υλοποίηση του πειραματικού, αμφιλεγόμενου έργου δόθηκε, χωρίς συγκριτική έρευνα και με προβληματικό τελικό αποτέλεσμα σε Εργαστήριο του Πανεπιστημίου Πειραιά όπου δίνει παρόν συγγενής α’ βαθμού του ανώτατου στελέχους του Υπουργείου Δικαιοσύνης, ο οποίος είναι κι υψηλά αμειβόμενος από αυτή την σύμβαση. Με τους επιτελείς του Υπουργείου Δικαιοσύνης αντί να δώσουν μια σαφή απάντηση στις σχετικές αιτιάσεις να επιχειρούν να χρησιμοποιήσουν τα δεδομένα ιατροδικαστικά λάθη στην «υπόθεση Μουρτζούκου» για να διαφημίσουν την ορθότητα της επιλογής τους. Με υπενθύμιση ότι η εν λόγω σύμβαση, ύψους 800.000 ευρώ, υπεγράφη το 2023 κι ενώ υπήρχαν συνεχείς αναφορές για άλλες δραματικές ελλείψεις προσωπικού, κτιριακών υποδομών στις ιατροδικαστικές υπηρεσίες ενώ οδηγούσαν σε διακοπή λειτουργίας διαφόρων εργαστηρίων (σσ για αυτό τον λόγο οι ιστοπαθολογικές εξετάσεις του μικρού Παναγιώτη στο θρίλερ της Αμαλιάδας ξεκίνησε με σημαντική καθυστέρησή).
Ο υπουργός Δικαιοσύνης λοιπόν κ. Γιώργος Φλωρίδης επί σειρά ημερών, μετά την ανάδειξη του θέματος δεν είχε δώσει οποιαδήποτε απάντηση –με το δεδομένο ότι υπέγραψε την σχετική προγραμματική σύμβαση- στις σχετικές αιτιάσεις του ρεπορτάζ του in και ακολούθως κι άλλων ΜΜΕ.
Όμως προ δύο ημερών εκμεταλλευόμενος την δραματική υπόθεση της Αμαλιάδας απέδωσε τις εν λόγω αποκαλύψεις σε τάχα …σκοπιμότητες ιατροδικαστών τους οποίους συσχέτισε με τα λάθη στην εν λόγω υπόθεση. Σε μία προσπάθεια δηλαδή να επενδύσει στην συγκινησιακή φόρτιση του κοινού αποδίδοντας τις αναφορές για την ελεγχόμενη προγραμματική σύμβαση, αναληθώς σε ψευδείς ισχυρισμούς «ύποπτων ιατροδικαστών». Κι αποκρύπτοντας ότι υπήρξε συγκροτημένη δημοσιογραφική έρευνα προ πολλών μηνών, λόγω κι αναφορών από πανεπιστημιακούς κι ήδη η εν λόγω σύμβαση ερευνάται από τους υπευθύνους του Ταμείου Ανάκαμψης και πιθανολογείται σύντομα κι από την Ευρωπαϊκή Εισαγγελία λόγω ακριβώς της βασιμότητας των στοιχείων που έχουν παρουσιασθεί.
Επιπλέον στην χθεσινή απάντηση του στην Βουλή ο κ. Μπουγάς αφού παραδέχθηκε την στενή συγγενική σχέση του ωφελούμενου μέλους του Εργαστηρίου Πειραιά με το στέλεχος του Υπουργείου Δικαιοσύνης επιχείρησε με μια ιδιόμορφη …λογιστική να υποστηρίξει ότι θα εισπράξει μόλις 1200 ευρώ τον μήνα (για δύο χρόνια) δηλαδή περίπου 28.800 ευρώ. Κι ενώ στα αποδεικτικά στοιχεία και παραστατικά του εργαστηρίου Πειραιά που παρουσιάσθηκαν στο ρεπορτάζ του in θα εισπράξει τουλάχιστον 65.000 ευρώ, δηλαδή περίπου το 10% του ύψους της προγραμματικής σύμβασης.
Ακόμη ο κ. Μπουγάς σημείωσε ότι το υψηλόβαθμο στέλεχος του Υπουργείου δεν είχε υποχρέωση να προχωρήσει σε δήλωση «σύγκρουσης συμφερόντων» για την εν λόγω συγγένεια αφού-όπως αναφέρθηκε- «δεν είναι πρόσωπο που εμπλέκεται στο στάδιο έγκρισης, υλοποίησης ή ελέγχου ενός έργου». Δηλαδή με επίκληση τυπικού ζητήματος κι όχι του ουσιαστικού – ηθικού. Όπως κι ότι η επιλογή του συγγενούς του στελέχους του Υπουργείου για την υλοποίηση του έργου υπήρξε με ανοικτές διαδικασίες από το Πανεπιστήμιο του Πειραιά.
Σημειώνεται ωστόσο ότι το αναφερόμενο υψηλόβαθμο στέλεχος του Υπουργείου είχε ουσιαστικά πλήρη εποπτεία της σύμβασης και στην αρμοδιότητα του είναι οι ιατροδικαστικές υπηρεσίες. Επιπλέον σε έγγραφά του έδινε σχετικά αναλυτικά στοιχεία για την ορθότητα της επιλογής του εν λόγω Εργαστηρίου από το Υπουργείο Δικαιοσύνης.
Ακόμη σε ερωτήσεις που υποβλήθηκαν από το in στις αρμόδιες υπηρεσίες του υπουργείου Δικαιοσύνης (σσ εκείνες που επέλεξαν το εν λόγω Εργαστήριο) δεν είχε δοθεί οποιαδήποτε απάντηση αν και πότε πληροφορήθηκαν την εν λόγω συγγενική σχέση κι αν υπήρξε σχετική ενημέρωση για αυτήν από το προαναφερόμενο ανώτατο στέλεχος του Υπουργείου.
Επιπλέον όπως σημειώνουν νομικοί ο νόμος 4412/2016 για τις «Συγκρούσεις συμφερόντων» (άρθρο 24 της Οδηγίας 2014/24/ΕΕ) προσδιορίζει ότι «την «σύγκρουση συμφερόντων» οφείλουν να τη δηλώσουν και «τα μέλη των οργάνων διοίκησης ή άλλων οργάνων της αναθέτουσας αρχής ή/και γ) τους συζύγους και συγγενείς εξ αίματος ή εξ αγχιστείας, κατ’ ευθεία γραμμή απεριορίστως, εκ πλαγίου δε έως και τέταρτου βαθμού».
Επίσης διαπιστώνεται ότι τυπικά και μόνο υπάρχει «ανεξάρτητη διαδικασία επιλογής» από τους υπευθύνους του εν λόγω Εργαστηρίου στην …ανοικτή αγορά για εκείνους που θα υλοποιήσουν την εν λόγω σύμβαση. Στην πράξη η επιλογή γίνεται εκ των ενόντων, καθότι αυτό αναφέρουν πανεπιστημιακοί με πολυετή εμπειρία στις σχετικές διαδικασίες, Όμως πιο σημαντικό είναι ότι από την συνολική εξέταση των σχετικών εγγράφων και παραστατικών με τις σχετικές αμοιβές για την υλοποίηση της Προγραμματικής σύμβασης του Υπουργείου Δικαιοσύνης διαπιστώνεται ότι αυτή ανατέθηκε σε πρόσωπα που ήσαν σχεδόν όλοι μέλη του εν λόγω Εργαστηρίου του ΠΑΠΕΙ (τα αναλυτικά έγγραφα στην διάθεση του in). Με πρώτο από όλους τον στενό συγγενή του ανώτατου στελέχους του Υπουργείου Δικαιοσύνης που έλαβε μία από τις μεγαλύτερες αμοιβές!
Με την τομεάρχη Δικαιοσύνης του ΠΑΣΟΚ μετά την χθεσινή απάντηση του κ. Μπουγά ν’ αναφέρει ενδεικτικά ότι «το Υπουργείο Δικαιοσύνης λέει σήμερα στον ελληνικό λαό το επιχείρημα, ότι δεν είχε νομική υποχρέωση να κάνει δήλωση το στέλεχος του υπουργείου για τον στενό συγγενή του και άρα όλα ήταν εντάξει. Άραγε ήταν ηθική και διαυγής μια τέτοια επιλογή, δηλαδή να ανατίθεται χωρίς καμία διαγωνιστική διαδικασία το συγκεκριμένο έργο στον φορέα αυτό και μάλιστα με πόρους του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, όπου πλέον έχουμε απεντάξεις, αναθεωρήσεις και χαμένα έργα με ευθύνη της Κυβέρνησης; Σήμερα παραδέχεται η Κυβέρνηση ότι τα δημοσιεύματα είναι αληθή και επιφυλάσσομαι για το τί μπορεί να σημαίνει περαιτέρω μια τέτοια παραδοχή».
Επίσης η κ. Λιακούλη σημείωσε ότι παρότι οι επιστημονικές κατακτήσεις του Εργαστηρίου του Πανεπιστημίου Πειραιά στις οποίες με θέρμη επέμεινε ο Υφυπουργός προφανώς και δεν αμφισβητούνται, τούτο δεν σημαίνει ότι το Υπουργείο αναζήτησε αν το εν λόγω εργαστήριο ήταν πράγματι καλύτερο από άλλα κορυφαία εργαστήρια της χώρας, ώστε να επιλέξει να του αναθέσει τη σύμβαση των 800.000 ευρώ.