Οι περισσότεροι μαθητές στην Ελλάδα έχουν δεχθεί εκφοβισμό

Οι περισσότεροι μαθητές στην Ελλάδα έχουν δεχθεί εκφοβισμό. Έντονη ανησυχία προκαλούν τα στοιχεία του «Χαμόγελου του Παιδιού»…

Έντονη ανησυχία προκαλούν τα στοιχεία του «Χαμόγελου του Παιδιού» που παρουσιάστηκαν στο πλαίσιο της σημερινής Πανελλήνιας Ημέρας κατά της σχολικής βίας.

Σύμφωνα με τις μετρήσεις του «Χαμόγελου» το 34,69% των μαθητών στην Ελλάδα έχει νιώσει εκφοβισμό. Την ίδια ώρα, το 6,3% των εφήβων δέχεται διαδικτυακό εκφοβισμό σε διάστημα τεσσάρων μηνών, ενώ το 3,6% δηλώνουν ότι έγιναν οι ίδιοι δράστες.

Τον κώδωνα του κινδύνου κρούουν από την πλευρά τους οι εκπαιδευτικοί, το 42% εκ των οποίων εκτιμούν ότι τα περιστατικά ενδοσχολικής βίας και παραβατικότητας υποβαθμίζονται ή αποσιωπούνται. Και το χειρότερο; Μόνο ένα στα δέκα παιδιά, που βιώνουν κάποια μορφή βίας, λαμβάνει επαγγελματική υποστήριξη στην Ελλάδα.

Για το έτος 2018, για υπηρεσίες συμβουλευτικής επί θεμάτων ανηλίκων και εκφοβισμού απευθύνθηκαν στο Χαμόγελο του Παιδιού 447 άτομα.

«Αν ένα παιδί δε θέλει να πάει στο σχολείο, έχει άγχος, ψυχοσωματικά ή καταθλιπτική συμπτωματολογία, μπορεί να βιώνει εκφοβισμό», ανέφερε ο ψυχολόγος του «Χαμόγελου», Δημήτρης Μπασινός. Όπως εξήγησε, η διαφορά πειράγματος και εκφοβισμού έγκειται στο ότι ο δεύτερος περιλαμβάνει συστηματικά επαναλαμβανόμενη θυματοποίηση και στοχοποίηση ενός παιδιού, ενώ το παιδί δεν μπορεί να αντιδράσει και κλείνεται στον εαυτό του. «Πολλές φορές δεν γνωρίζουν ούτε οι ίδιοι οι γονείς ή οι εκπαιδευτικοί να αναγνωρίσουν ή να αντιμετωπίσουν φαινόμενα εκφοβισμού», είπε ο κ. Μπασίνος υπογραμμίζοντας ότι «το πρώτο και πιο σημαντικό πράγμα είναι το παιδί να μιλήσει στους γονείς, στους δασκάλους, στο «Χαμόγελο» ή σε άλλο ειδικευμένο φορέα και να πει τι του συμβαίνει.

«Το παιδί που δέχεται εκφοβισμό, αλλά και αυτό που τον ασκεί, είναι και τα δυο πληγωμένα και χρειάζονται βοήθεια, εξήγησε ο πρόεδρος του οργανισμού», Κώστας Γιαννόπουλος. Σημείωσε ότι είναι λάθος να στιγματίζεται ένας έφηβος ή ένα παιδί και τάχθηκε κατά των αιτημάτων για αυστηροποίηση των κανόνων και επέμβαση της αστυνομίας. «Τα παιδιά μεγαλώνουν σε μια κοινωνία με πολλή βία, ενδοοικογενειακή, στον αθλητισμό, στα θεάματα. Επηρεάζονται, δε σημαίνει ότι είναι “κακά παιδιά”, είναι βαθύτερα τα αίτια. Συνήθως οι θύτες έχουν δεχθεί οι ίδιοι εκφοβισμό με διάφορους τρόπους και εκδικούνται», συμπλήρωσε ο κ. Γιαννόπουλος.

Καταλυτικό ρόλο στο ζήτημα του σχολικού εκφοβισμού μπορούν να παίξουν και τα παιδιά- παρατηρητές, δηλαδή τα παιδιά που γίνονται μάρτυρες περιστατικών εκφοβισμού, γιατί μπορούν να αποτρέψουν καταστάσεις. «Οι περισσότεροι μαθητές έχουμε βρεθεί στη θέση να κάνουμε ή να δεχθούμε εκφοβισμό σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό» και πρόσθεσε, πως του ίδιου του είχε συμβεί στο δημοτικό. Από την εμπειρία του, κατάλαβε, όπως είπε, πως ο εκφοβισμός αφορά όλους και μόνο έτσι αντιμετωπίζεται, κανείς δεν πρέπει να παριστάνει «ότι δεν είδε», δήλωσε ο 17χρονος Αριστοφάνης που είναι εθελοντής και μέλος της ομάδας Δικαιωμάτων των Παιδιών στο «Χαμόγελο».

 

Τα σχόλια είναι κλειστά.