Έρευνα του Imperial σε 12 Ευρωπαϊκές πόλεις βρίσκει υπερβάλλουσα θνησιμότητα – τι σχολιάζει ο καθηγητής του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας, Ανδρέας Φλουρής.
Ρεπορτάζ
Τον τριπλασιασμό της αναμενόμενης θνησιμότητας πανευρωπαϊκά, αλλά και τον θάνατο 175 ανθρώπων στην Αθήνα κατά τη διάρκεια του πρόσφατου πολυήμερου καύσωνα, 96 εκ των οποίων από αιτίες σχετικές με την κλιματική αλλαγή, εντοπίζει έρευνα του βρετανικού πανεπιστημίου Imperial.
Η έρευνα, που αποτελεί όπως λένε οι συγγραφείς την πρώτη απόπειρα άμεσης εκτίμησης της θνησιμότητας που επιφέρει κάποιο ισχυρό θερμικό φαινόμενο, επικεντρώθηκε σε 12 μεγάλα αστικά κέντρα της Ευρώπης που εκπροσωπούν διαφορετικές γεωγραφικές ζώνες και στις οποίες οι αρχές εξέδωσαν προειδοποιητικές ανακοινώσεις για την ασφάλεια και την υγεία των πολιτών: το Λονδίνο, το Παρίσι, η Φρανκφούρτη, η Βουδαπέστη, το Ζάγκρεμπ, η Αθήνα, η Ρώμη, το Μιλάνο, το Σάσαρι, η Βαρκελώνη, η Μαδρίτη και η Λισαβόνα.
Ο θερμικός θόλος, υποβοηθούμενος από ρεύματα θερμού αέρα από τη Βόρεια Αφρική στα ανατολικά της ηπείρου, διήρκεσε από τις 23 Ιουνίου ως τις 2 Ιουλίου και κάλυψε με διαφορετική ένταση το μεγαλύτερο μέρος της Ευρώπης.
Η θνησιμότητα που υπολογίζουν οι συγγραφείς με δείκτη εμπιστοσύνης 95% ανέρχεται περίπου στις 2305 απώλειες κατά τη διάρκειά του, 1504 εκ των οποίων μπορούν να αποδοθούν στην αυξημένη θερμοκρασία που αποδίδεται στην ανθρωπογενή δραστηριότητα. Από τις πόλεις που καλύπτει η έρευνα, το μεγαλύτερο πλήγμα σημειώνεται στο Μιλάνο όπου 317 από τους 499 θανάτους λόγω του καύσωνα αποδίδονται στην κλιματική αλλαγή.
Αξιζει να σημειωθεί ότι σύμφωνα με τις καταγραφές, η κορύφωση του καύσωνα σημειώθηκε τις τελευταίες μέρες του Ιουνίου στην Αθήνα, στην οποία μάλιστα, συγκριτικά με τις υπόλοιπες πόλεις, καταγράφεται και η υψηλότερη μέση θερμοκρασία στους 31.3 βαθμούς Κελσίου. Ανησυχία προκαλεί στους συγγραφείς και η έλευση του καύσωνα νωρίς το καλοκαίρι, πράγμα που ερμηνεύεται ως πιθανό σημάδι ότι η χρονική περίοδος επικινδυνότητας για ισχυρά θερμικά φαινόμενα ενδέχεται να έχει επεκταθεί δια παντός.
Εκτός κινδύνου, ωστόσο, φαίνεται να βρίσκεται η πόλη της Λισαβόνας, τουλάχιστον ως προς τα φετινά δείγματα, καθώς οι ενδείξεις της αυξημένης ζέστης οφείλονται εκεί και μόνο σε ένα σπάνιο φαινόμενο που δεν αναμένεται να επαναληφθεί για τα επόμενα 100 χρόνια. Για τις υπόλοιπες πόλεις που καλύπτει η μελέτη πάντως, υπολογίζεται ότι χωρίς τις ανθρωπογενείς δραστηριότητες που γεννούν την κλιματική αλλαγή, η θερμοκρασία του φετινού καύσωνα θα ήταν 2-4 βαθμούς Κελσίου κάτω ανά περιοχή.
Ενώ οι συγγραφείς επιχαίρουν τα πλάνα δράσης και τις έγκαιρες προειδοποιήσεις των αρχών προς το κοινό, πλέον θεωρούν επιτακτική την ανάγκη λήψης μέτρων προσαρμογής στην κλιματική αλλαγή: την αύξηση του πράσινου και του νερού για την αποφυγή των φαινομένων “θερμικής νησίδας” και σημαντική βελτίωση της θερμομόνωσης στις κατοικίες. Καλούν επίσης στην υιοθέτηση μονίμων μηχανισμών υποστήριξης για τα ισχυρά φαινόμενα και χώρους προστασίας από τις υψηλές θερμοκρασίες για τους πιο ευάλωτους.
Φλουρής: «Το παράθυρο δράσης στενεύει»
Ο καθηγητής του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας, Ανδρέας Φλουρής.