Κάποιοι προωθούν στην Ελλάδα και δη στην Κρήτη λύσεις που έχουν πάψει να χρηματοδοτούνται από την ΕΕ και είναι αποδεδειγμένα επιζήμιες για το περιβάλλον.
Με “φόρα” φέρνει στο προσκήνιο η κυβέρνηση και συγκεκριμένα το αρμόδιο Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας (ΥΠΕΝ) το θέμα της δημιουργίας εργοστασίων καύσης απορριμμάτων (ή αλλιώς εργοστασίων χημικής επεξεργασίας, όπως προτιμά να τα χαρακτηρίζει) σε έξι περιοχές της Ελλάδας, μεταξύ των οποίων και στο Ηράκλειο. Εξέλιξη που φαινομενικά έρχεται ερήμην της Αυτοδιοίκησης και της τοπικής κοινωνίας φέρνοντας μαζί της περιβαλλοντική επιβάρυνση και οικονομική αβεβαιότητα.
Όπως έχει ήδη δημοσιεύσει η “Π”, η κυβέρνηση προωθεί το Εθνικό Σχέδιο Διαχείρισης Αποβλήτων (ΕΣΔΑ) 2020-2030. Πριν λίγες ημέρες μάλιστα η Στρατηγική Μελέτη Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων του ΕΣΔΑ παρελήφθη από την Περιφέρεια Κρήτης.
Αντιδράσεις από την Αυτοδιοίκηση
Οι αντιδράσεις των εκπροσώπων της Τοπικής Αυτοδιοίκησης είναι μέχρι στιγμής επιφυλακτικές έως και εχθρικές απέναντι στον σχεδιασμό του υπουργείου. Ο μεν πρόεδρος του ΕΣΔΑΚ και Δήμαρχος Ηρακλείου, Αλέξης Καλοκαιρινός, τοποθετήθηκε χθες αρνητικά, κάνοντας λόγο για “ανησυχία, προβληματισμό και μια σειρά ερωτημάτων” και επιφυλάχθηκε να λάβει την τελική του θέση στα αυτοδιοικητικά όργανα, εφόσον υπάρξουν από το ΥΠΕΝ αναλυτικές απαντήσεις σε μια σειρά θεμάτων.
Αντίστοιχα επιφυλακτικές είναι και οι διαρροές που έρχονται από την Περιφέρεια Κρήτης, ενόψει και της συζήτησης της Μελέτης Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων στην αρμόδια Επιτροπή Περιβάλλοντος. Είναι άλλωστε ιδιαίτερα ενδεικτικό ότι οι προβλέψεις του εθνικού σχεδιασμού έρχονται σε ευθεία αντίθεση με εκείνες του περιφερειακού σχεδιασμού ο οποίος δεν συμπεριλαμβάνει τις μονάδες καύσεις στο πλάνο των επιλογών. Εκφράζεται μάλιστα ενόχληση για το γεγονός ότι δεν ζητήθηκε η συνεργασία και διαβούλευση με τις περιφέρειες στη διαδικασία σύνταξης αυτών των σχεδίων.
Από τη μεριά της κυβέρνησης, το ζήτημα χειρίζεται και επισπεύδει ο Μανώλης Γραφάκος, αρμόδιος Γενικός Γραμματέας Συντονισμού Διαχείρισης Αποβλήτων του ΥΠΕΝ. Το υπουργείο φέρεται μάλιστα, όπως αποκάλυψε η “Π” να έχει ήδη έρθει σε διαβούλευση με εκπροσώπους των επιχειρηματικών ομίλων που ενδιαφέρονται για την υλοποίηση της λύσης των εργοστασίων καύσης. Προκαλεί οπωσδηποτε εντύπωση η σπουδή των αρμοδίων του υπουργείο να διαβουλευτούν με τους πιθανούς συνεργάτες από τον ιδιωτικό τομέα, ενώ παράλληλα φαίνεται να έχουν αγνοήσει τους φορείς της Αυτοδιοίκησης.
Γιατί η ΕΕ απορρίπτει την καύση
Η καύση απορριμμάτων δεν μπορεί να συμβιβαστεί με τους στόχους μείωσης των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου για την στρατηγική για την καταπολέμηση της κλιματικής κρίσης και προκαλεί την έκλυση τοξικών ρύπων, όπως διοξίνες και πτητικά βαρέα μέταλλα.
Αντίθετα, η ανακύκλωση έχει εκτιμηθεί πως φέρνει καθαρά κλιματικά οφέλη σε σχέση με την καύση της τάξης των 0,75 τόνων CO2 ανά τόνο αποβλήτων. Δηλαδή αν η καύση ενός τόνου αποβλήτων οδηγεί στην έκλυση ενός τόνου CO2, η ανακύκλωση οδηγεί στην έκλυση 0,25 τόνων CO2.
Η καύση των απορριμμάτων καταστρέφει οριστικά τους πόρους και σταματά την κυκλική αξιοποίησή τους, πρόκειται δηλαδή για επιλογή που έρχεται σε αντίθεση με τη λογική της κυκλικής οικονομίας. Δίνει το λάθος στίγμα σε όλους τους παράγοντες διαχείρισης των αποβλήτων και συντηρεί ένα αναποτελεσματικό μοντέλο που προκαλεί ανεπανόρθωτη ζημιά στην πρόληψη και στην ανακύκλωση, τη στιγμή που η κυκλική οικονομία προβλέπει την ακριβώς αντίθετη πορεία.
Η Κομισιόν έχει καλέσει τα κράτη μέλη, όπως η Ελλάδα, να μην επενδύσουν στην καύση, αλλά στην ανάπτυξη συστημάτων στα ανώτερα στάδια της πυραμίδας των αποβλήτων, ρίχνοντας το βάρος πχ στη διαλογή στην πηγή. Η Επιτροπή θεωρεί πως οποιοσδήποτε νέος αποτεφρωτήρας έρχεται σε αντίθεση με την αρχή της μη-πρόκλησης σημαντικής βλάβης.
Ποιος θα πληρώσει το “μάρμαρο”;
Η κατασκευή και λειτουργία μιας μονάδας καύσης απορριμμάτων είναι ιδιαίτερα ακριβή υπόθεση, συνεπώς η προέλευση των χρημάτων και η βιωσιμότητα της επένδυσης καθίστανται παράγοντες κορυφαίας σημασίας. Πολύ περισσότερο όταν οι πάντες γνωρίζουν πως επενδύσεις τέτοιου είδους όχι μόνο δεν πρόκειται να λάβουν ευρωπαϊκή χρηματοδότηση.
Ήδη από όσα λέγονται και γράφονται προβάλλει σαφέστατα το ενδεχόμενο αύξησης των τελών καθαριότητας για όσους θα υπαχθούν στις λειτουργίες αυτού του μηχανισμού. Ενός μηχανισμού που υποτίθεται ότι έρχεται για να μειώσει την σοβαρή έκθεση της Ελλάδας στην ταφή των απορριμμάτων, αντικαθιστώντας την όμως με λύση ίσως ακόμα πιο επιβλαβή για το περιβάλλον και τον άνθρωπο. Μια λύση μάλιστα που θα κοστίζει και σαφώς ακριβότερα!
Η θέση που κατέχει το ζήτημα της βιωσιμότητας φαίνεται ενδεικτικά και από το γεγονός ότι εξαρχής στον σχεδιασμό το εργοστάσιο του Ηρακλείου φέρεται ως υποδοχέας της ύλης των απορριμμάτων όχι μόνο ολόκληρης της Κρήτης, αλλά και μέρους της Περιφέρειας Νοτίου Αιγαίου (Ρόδος, Κάρπαθος και Θήρα). Τι θα συμβεί αν τελικά στην πράξη αποδειχθεί ότι δεν εξασφαλίζεται η οριακή ωφελιμότητα της επένδυσης ούτε με αυτές τις προσθήκες; Θα πρέπει να γίνονται ακόμα μεγαλύτερες εισαγωγές σκουπιδιών στο Ηράκλειο για να παραμείνει βιώσιμο το εργοστάσιο, άρα θα επιβαρύνεται ακόμα περισσότερο το περιβάλλον;
Επιπρόσθετα τα εργοστάσια αυτά θα ενσωματωθούν στο σύστημα εμπορίας ρύπων της ΕΕ (EU ETS), με το κόστος που θα επιβαρύνει τους δήμους και τους πολίτες να είναι ακόμα μεγαλύτερο. Δεν αποκλείεται μάλιστα στο ορατό μέλλον η Ελλάδα να βρεθεί ξανά υπόλογη και κατηγορούμενη στα ευρωπαϊκά δικαστήρια, με πιθανότατο αποτέλεσμα την επιβολή καθόλου ευκαταφρόνητων προστίμων που θα κληθούμε επίσης να καλύψουμε οι πολίτες.
Η αναπάντητη ερώτηση
Κοινοβουλευτική ερώτηση προς την Ευρωπαϊκή Επιτροπή υπέβαλε στο Ευρωκοινοβούλιο ακριβώς για αυτό το θέμα πριν δύο μήνες, στις 4 Ιουνίου 2025 για την ακρίβεια, η Μαρία Ζαχαρία, ευρωβουλευτής της Πλεύσης Ελευθερίας.
Η κ.Ζαχαρία, αφού επισημαίνει στο κείμενο της ερώτησής της ότι “η στρατηγική (της ελληνικής κυβέρνησης) αυτή συνιστά απομάκρυνση από την ιεράρχηση και ουσιαστική παραίτηση από την πρόληψη και την κυκλική διαχείριση” ερωτά αν:
α) συμβιβάζεται το εθνικό σχέδιο με το άρθρο 4 της οδηγίας 2008/98/ΕΚ,
β) μπορεί να θεωρείται «ανάκτηση» η καύση σύμμεικτων απορριμμάτων χωρίς πρόληψη, διαλογή και ανακύκλωση και
γ) προτίθεται η Επιτροπή να κινήσει διαδικασία ελέγχου ή παράβασης κατά της Ελλάδας.
Η ερώτηση της Ελληνίδας ευρωβουλευτή δεν έχει ωστόσο απαντηθεί ακόμα.
ΠΗΓΗ: ΠΑΤΡΙΣ