Σχετικά μέτρια η ποιότητα του κρητικού ελαιόλαδου φέτος, μεγάλη ωστόσο η ζήτηση στο εξωτερικό

Πολύ σημαντικές επισημάνσεις για την εξαγωγή ελαιόλαδου δόθηκαν στην ημερίδα «Ποιότητα και Εμπορία Ελαιολάδου» - Απονεμήθηκαν βραβεία σε Kρητικούς ελαιοπαραγωγούς

Σχετικά μέτρια η ποιότητα του κρητικού ελαιόλαδου φέτος, μεγάλη ωστόσο η ζήτηση στο εξωτερικό

Η ποιότητα του κρητικού ελαιόλαδου είναι γνωστό ότι μπορεί να ανταγωνιστεί αυτή των παραγωγών του εξωτερικού και σε πολλές περιπτώσεις να την επισκιάσει. Η Κρήτη, ετησίως, εξάγει το προϊόν σε περίπου πενήντα χώρες, ευρωπαϊκές και μη. Η επιτυχία που γνωρίζει η αγορά ευθύνεται τόσο στο κλίμα που ευνοεί την παραγωγή σωστού, χημικά, ελαιόλαδου αλλά και στις χαμηλές τιμές που παρουσιάζει η κρητική αγορά συγκριτικά με τα προϊόντα του εξωτερικού, που σε πολλές περιπτώσεις παρουσιάζουν τριπλάσια τιμολόγηση σε προϊόντα ίδιας ποιότητας με την ελληνική.

Στην κρητική παραγωγή του τελευταίου έτους, 2022-2023, ωστόσο, παρουσιάζεται το εξής παράδοξο. Η ποιότητα του ελαιόλαδου παρ’ ότι κυμάνθηκε σε μέτρια έως σχετικά καλά επίπεδα, χωρίς να παρουσιάζει την επιτυχία της προηγούμενης χρονιάς, 2021-2022, που η σοδειά χαρακτηρίστηκε εξαιρετική, η ζήτηση και, συνεπώς, απορρόφηση από την αγορά του εξωτερικού ήταν πολύ μεγαλύτερη.

Βασικός λόγος αύξησης της ζήτησης, στάθηκε η παραγωγή της Ισπανίας, η οποία ενώ συνήθως παράγει αρκετές χιλιάδες τόνους προϊόντος, τη στιγμή που οι αριθμοί της Ελλάδας κυμαίνονται στις εκατοντάδες, η χρονιά 2022-2023 για τη γειτονική χώρα ήταν υπερβολικά χαμηλή λόγω της ξηρασίας που την έπληξε. Για πρώτη φορά μετά από μία σχεδόν δεκαετία, η Ισπανία παρήγαγε μερικές μόνο εκατοντάδες τόνους ελαιόλαδου, εκτοξεύοντας τη ζήτηση.

Η ελληνική παραγωγή επωφελήθηκε περισσότερο από κάθε άλλη από αυτές τις συνθήκες, καθώς οι τιμές εξαγωγής ελαιόλαδου της Ισπανίας είναι αυτές που συμπίπτουν περισσότερο με τις ελληνικές οι οποίες είναι εξίσου, και κάπως περισσότερο, χαμηλές, αναλογικά με άλλες ευρωπαϊκές χώρες που δραστηριοποιούνται στον ίδιο τομέα. Είναι χαρακτηριστικό ότι από το 2018 μέχρι και σήμερα, οι ελληνικές με τις ισπανικές τιμές κυμαίνονται στα ίδια πλαίσια με μία πολύ μικρή απόκλιση, τη στιγμή που οι τιμές της ιταλικής παραγωγής είναι σχεδόν διπλάσιες. Ως εκ τούτου, ελλείψει της ισπανικής παραγωγής, η ζήτηση στράφηκε στην ελληνική, παρά την όχι και τόσο ικανοποιητική ποιότητα.

Συγκριτικά με τα περυσινά δεδομένα, που η παραγωγή κρητικού ελαιόλαδου ήταν εξαιρετική, η ζήτηση και πώληση στο εξωτερικό δεν βρήκε την ίδια επιτυχία με φέτος, καθώς ο βασικός Ισπανός ανταγωνιστής αποτέλεσε πρώτη επιλογή για τους αγοραστές.

Η προτίμηση, ωστόσο, στο ισπανικό προϊόν δεν οφείλεται στην καλύτερη ποιότητα εκείνου, καθώς στην Ελλάδα και περισσότερο στην Κρήτη, γίνονται πιο αναλυτικοί έλεγχοι ποιότητας με πολύ περισσότερες παραμέτρους.

Ωστόσο, παρ’ ότι η κρητική παραγωγή μπορεί να στηρίξει μέχρι και τον τριπλασιασμό της εξαγωγής στο εξωτερικό, μέχρι στιγμής εξάγεται μόνο το ένα τρίτο του κρητικού ελαιόλαδου, σε ξένες χώρες. Βασικός λόγος αποτελεί η άρνηση τυποποίησης του προϊόντος, καθώς η εξαγωγή “χύμα” ελαιόλαδου είναι πολύ πιο δύσκολη για την πώλησή του. Παράλληλα, τα εξαγόμενα, τυποποιημένα προϊόντα της Κρήτης, επειδή κυμαίνονται σε αρκετά χαμηλά επίπεδα παρά τη μεγάλη παραγωγή, αντιμετωπίζουν δυσκολία διείσδυσης σε μεγάλες αλυσίδες διανομής με μία παράλληλη αδυναμία προβολής στην εξωτερική αγορά.

 

Σε σχετική ημερίδα για την ποιότητα και την εμπορία Ελαιόλαδου που πραγματοποιήθηκε στο ΜΑΙΧ, βρέθηκαν μέλη του ΣΕΔΗΚ, ΙΕΛΥΑ αλλά και των περιφερειών της Κρήτης για να προβάλουν τη σημαντικότητα της κρητικής παραγωγής αλλά και τα προβλήματα που αυτή αντιμετωπίζει στην αγορά του εξωτερικού.

Παράλληλα, πραγματοποιήθηκε απονομή βραβεύσεων των διακριθέντων του διαγωνισμού ποιότητας ελαιοτριβείων, η συμμετοχή των οποίων ήταν μεγάλη. Το γεγονός από μόνο του αποδεικνύει ότι η Κρητική ελαιοπαραγωγή μπορεί να ανθίσει περισσότερο, δημιουργώντας έναν άξιο αντίπαλο των παραγωγών άλλων ευρωπαϊκών χωρών.

Στην ομιλία του ο κ. Νίκος Μιχελάκης, αφού παρουσίασε το περιβάλλον διάθεσης ελαιόλαδου, καταλήγει δηλώνοντας ότι η φετινή άνοδος στις πωλήσεις πρόκειται για συγκυρία, καθώς η υψηλή ζήτηση παράλληλα με την υψηλή ελληνική παραγωγή και τις ανεβασμένες τιμές του ελαιόλαδου, λόγω κόστους παραγωγής, δεν πρόκειται να συνεχιστεί η να μονιμοποιηθεί. Επομένως, σωστό θα ήταν να υπάρξει κάποια ειλικρινής κριτική στα προβλήματα, στις ελλείψεις και στα λάθη που παρουσιάζονται στην αγορά και να καταβληθεί προσπάθεια για τη βελτίωσή της, κυρίως όσον αφορά το εξωτερικό.flashnews.gr

Τα σχόλια είναι κλειστά.