Στο επίκεντρο βρέθηκε ξανά σε διάστημα λίγων ημερών ο κλάδος των διανομέων, αυτή τη φορά όχι για τους δυναμικούς αγώνες για εργασιακά δικαιώματα αλλά με αφορμή ένα αρκετά πιο «σκοτεινό» θέμα. Την απώλεια της ζωής ενός 18χρονου ανασφάλιστου διανομέα από το Πακιστάν, που σκοτώθηκε το βράδυ της 10ης Οκτωβρίου σε τροχαίο στην Καλλιθέα, εξαιτίας της παραβίασης ενός «STOP» από οδηγό ταξί.
Αμέσως, η είδηση διαπέρασε το Διαδίκτυο σαν αστραπή, ενώ η ανατριχιαστική λεπτομέρεια που ήθελε να μην έχει αναζητήσει τη σορό του κανείς, λειτούργησε σαν μαχαιριά στην καρδιά όσων εξ ημών διατηρούν μια στοιχειώδη ευαισθησία.
Στον μαχόμενο κλάδο των ντελιβεράδων, η είδηση έπεσε σαν βόμβα.
«Το έμαθα από ανάρτηση συναδέλφου μέσα στο πρώτο 24ωρο. Τα συναισθήματά μου; Οργή κι αγανάκτηση για το γεγονός ότι συνέχεια χάνονται συνάδελφοι εν ώρα εργασίας και η συνειδητοποίηση ότι πρέπει επιτέλους κάτι να αλλάξει. Αυτή η κατάσταση δεν πάει άλλο. Αυτό δεν είναι το πρώτο περιστατικό και δυστυχώς δεν θα είναι το τελευταίο», αναφέρει στα «ΝΕΑ» ο Νεκτάριος Κτενάς, διανομέας και μέλος του Συνδικάτου Εργατοϋπαλλήλων Τουριστικών – Επισιτιστικών Επιχειρήσεων και της Επιτροπής Αγώνα Διανομέων Θεσσαλονίκης.
40 νεκροί ντελιβεράδες σε τέσσερα χρόνια
«Τα ΜΜΕ το δημοσίευσαν άμεσα. Αλλες φορές το μαθαίναμε από καταγγελίες συναδέλφων γιατί στις περισσότερες περιπτώσεις θανάτων ή ατυχημάτων σε τροχαία, οι εργοδότες μαζεύουν τα κουτιά και τα διακριτικά του μαγαζιού τους από την άσφαλτο και τα συγκεκριμένα περιστατικά καταγράφονται ως απλά τροχαία και όχι ως εργατικά δυστυχήματα. Εχουμε, σχεδόν έναν νεκρό ανά ένα με δύο μήνες. Τα τελευταία τέσσερα χρόνια έχουμε 40 νεκρούς συναδέλφους.»
» Δυστυχώς, αυτή η κατάσταση έχει γίνει συνήθεια. Από την πρώτη στιγμή, μπήκαμε στον μακάβριο ρόλο να μετράμε, να βγάζουμε ανακοινώσεις, να κάνουμε κινητοποιήσεις όταν υπάρχουν νεκροί συνάδελφοι για να ευαισθητοποιήσουμε τον κόσμο και να πιέσουμε την εκάστοτε κυβέρνηση για μέτρα προστασίας. Η ανασφάλιστη ή υποασφαλισμένη εργασία προκαλεί τα ατυχήματα. Τα περισσότερα καταστήματα πιέζουν τους ήδη εξουθενωμένους, υποαμειβόμενους συναδέλφους να πηγαίνουν τις παραγγελίες γρήγορα χωρίς να τους παρέχουν μέσα ατομικής προστασίας».
Οι τραυματιοφορείς του ΕΚΑΒ παρέλαβαν τον νεαρό χωρίς ζωτικά σημεία, ενώ το υγειονομικό προσωπικό του Νοσοκομείου «Γεννηματάς» διαπίστωσε τον θάνατό του.
Με την οργή και τη θλίψη να ξεχειλίζει στο σύμπαν των σόσιαλ μίντια για το εν λόγω περιστατικό και με τη σορό του να παραμένει για μέρες στα αζήτητα – αφού δεν τον αναζήτησαν ούτε οι άνθρωποι από την επιχείρηση για την οποία εργαζόταν τη νύχτα που σκοτώθηκε – τελικά η διοίκηση του νοσοκομείου ειδοποίησε την πρεσβεία του Πακιστάν, η οποία και κατόρθωσε να εντοπίσει την οικογένειά του πίσω στην πατρίδα του.
Με τη βοήθεια της ΕΛ.ΑΣ., στις 15 Οκτωβρίου, η σορός του 18χρονου παρεδόθη στην πρεσβεία, οι υπάλληλοι της οποίας θα φρόντιζαν για το ταξίδι ως τους οικείους του και την τελευταία του κατοικία, ώστε να αναπαυθεί, όπως προστάζει η πανανθρώπινη κουλτούρα του σεβασμού των νεκρών.
Τον έλεγαν Ανέες Μιρ του Αμτζάτ
Αγνωστο παραμένει αν έχει ολοκληρωθεί το εθιμοτυπικό της ταφής στην πατρίδα του, όμως, πραγματοποιήθηκε δέηση στη μνήμη του στην εκκλησία των Μεταναστών της οδού Εμμανουήλ Μπενάκη.
Κι επειδή λένε ότι κάποιος πεθαίνει μόνο αν τον ξεχάσουν όσοι μένουν πίσω ζωντανοί – και αφού σε αυτήν την κοινωνία δεν μπορούμε να διασφαλίσουμε ούτε την τήρηση του ΚΟΚ ούτε την ασφάλιση όλων των εργαζομένων, αντιμετωπίζοντας διαχρονικά ορισμένους ως παιδιά ενός κατώτερου Θεού – ας κάνουμε το ελάχιστο, ας κρατήσουμε στη μνήμη μας ό,τι γνωρίζουμε για αυτό το αγόρι:
Τον έλεγαν Ανέες Μιρ του Αμτζάτ. Εργαζόταν ως ντελιβεράς για ινδικό εστιατόριο στην Πλατεία Θεάτρου. Το τροχαίο που του κόστισε τη ζωή έλαβε χώρα στη συμβολή των οδών Κρέμου και Χαροκόπου στην Καλλιθέα.
Ο ίδιος, λίγο πριν καρφωθεί στην πόρτα του ταξί, κινούνταν επί της οδού Χαροκόπου επιστρέφοντας από παράδοση πίσω στο κατάστημα. Στην Ελλάδα ήρθε 15 χρόνων.
Αρχικά έμενε στη δομή φιλοξενίας της Θήβας, ενώ τον τελευταίο μήνα σε διαμέρισμα του προγράμματος ΕΣΤΙΑ.
Δεν είχε χαρτιά, άδεια παραμονής ή εργασίας, ήταν κάτοχος κάρτας αιτούντων ασύλου.
Οι γονείς και τα δύο του αδέλφια ζουν κι εργάζονται στο χωριό Καπουροβάλι στο Πακιστάν.
Ο Ανέες έχοντας τραυματιστεί θανάσιμα πέθανε εντελώς μόνος, αφήνοντας την τελευταία του πνοή πιθανότατα κατά τη μεταφορά του στο νοσοκομείο.
Οπως κάθε μέρα, έτσι κι εκείνη την Κυριακή, είχε προσπαθήσει απλώς να βγάλει το μεροκάματο που θα στήριζε τον ίδιο και την οικογένειά του.
Χωρίς τον «κρότο» που προκάλεσε ο αιφνίδιος θάνατος της πρόσκρουσης με το μοιραίο ταξί, θα ήταν άλλος ένας αθόρυβος θάνατος ενός ανθρώπου που δεν υπάρχει πουθενά κατεγεγραμμένος παρά μόνο στις καρδιές όσων τον νοιάστηκαν, για όσο πρόλαβε να ζήσει.
Τα σχόλια είναι κλειστά.